Περίληψη:
Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η εξακρίβωση των αναμενόμενων
αποτελεσμάτων και των ενδεχόμενων μεταβολών που θα προέρχονταν από την
επανεκτίμηση των υλικών πάγιων συγκεκριμένων επιχειρηματικών μονάδων στην
εύλογη αξία, όπως ορίζεται από τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής
Παρουσίασης. Οι επιχειρήσεις που επιλέχτηκαν να εξεταστούν στην παρούσα εργασία
είναι οι εξαγωγικές παραγωγικές επιχειρήσεις του κλάδου των τροφίμων, με έδρα στην
περιφερειακή ενότητα Θεσσαλονίκης και συντάσσουν τους ισολογισμούς τους με
γνώμονα τις διατάξεις των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων. Τα κύρια ευρήματα της
έρευνας αυτής μέσω της εφαρμογής του ελέγχου ανεξαρτησίας Χ2 και των συντελεστών
συσχέτισης V του Cramer και Kendall Tau είναι:
α) Η ύπαρξη μιας μέτριας συσχέτισης ανάμεσα στην αντίληψη περί της
αντιπροσωπευτικότητας της αναπροσαρμοσμένης αξίας των ακινήτων με βάση τον
Ν.2065/1992 και της φύσης της διαφοράς ανάμεσα στην αποτίμηση των υλικών παγίων
στην εύλογη αξία με την λογιστική.
β) Εμφανίζεται μια ισχυρή θετική συσχέτιση ανάμεσα στην αντίληψη ότι η
αναπροσαρμογή των υλικών παγίων στην εύλογη αξία προβάλει δίκαια στους χρηστές
των χρηματοοικονομικών καταστάσεων τις οικονομικές δυνατότητες της επιχείρησης,
και στην άποψη ότι η επανεκτίμηση στην εύλογη αξία θα βελτιώσει την πρόσβαση σε
δανειακά κεφάλαια.
γ) Παρουσιάζεται μια μέτρια αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στο ύψος του αριθμοδείκτη
και την αντίληψη ότι η χρήση της αναπροσαρμογής των υλικών παγίων στοιχείων στην
εύλογη αξία πρέπει να πραγματοποιείται για να ισχυροποιηθούν οι χρηματοοικονομικές
καταστάσεις.
δ) Για την σχέση του ποσοστού των εξαγωγών με την διατύπωση ότι μια ενδεχόμενη
μελλοντική αύξηση των εξαγωγών μπορεί να πραγματοποιηθεί ως απόρροια της
αναπροσαρμογής των ενσώματων παγίων τους στην εύλογη τους αξία εμφανίζεται μια
μέτρια θετική συσχέτιση.